Τα "κλαρίνα", στο συλλογικό ασυνείδητο όσων υπήρξαν ανυπόμονοι στον να σκαρφαλώνουν την κοινωνική σκάλα, ήταν (και ενδεχομένως να παραμένουν) εξοβελισμένα στο να συμβολίζουν τον "βλάχο", αυτόν το γενικό χαρακτηρισμό που διαχωρίζει τον επιτέλους αστό από τον μερικώς αστικοποιημένο (ή απλά χωριάτη) των (ηπειρωτικών συνήθως) ορέων και που προφανώς χρησίμευε στο να κρατά σε ασφαλή απόσταση το αστικοποιημένο εγώ από το υπόλειμμα της ταπεινής καταγωγής του που το απειλούσε. Για μένα τα κλαρίνα ήταν για χρόνια αχαρτογράφητα ή ενταγμένα εντελώς ακαδημαϊκά στην υποκουλτούρα των καλοκαιρινών πανηγυριών των παιδικών μου χρόνων, πανηγύρια όπου στέναζαν και αναστέναζαν οι ηπειρώτες μετανάστες όταν για κανά δεκαπενθήμερο γυρνούσαν στα έρημα χωριά τους από τις φάμπρικες της Γερμανίας και της Σουηδίας.
Στα Γιάννενα όμως, στη πόλη που επιστρέφω πού και πού στα διαλείμματα της δικής μου μοντέρνας μετανάστευσης, τα κλαρίνα συνεχίζουν να γητεύουν, αδιαφορώντας θαρραλέα για τους παρελκόμενους χαρακτηρισμούς. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια συμβαίνει και μια ιδιότυπη απενεχοποίηση που συνίσταται στη μαζική κλήση κλαριτζίδων και των συγκροτημάτων τους, παραμονή χριστουγέννων και πρωτοχρονιάς, από μοντέρνες καφετέριες και μπαρ προκειμένου να διασκεδάσουν τους θαμώνες τους "παραδοσιακά" και προφανώς "εναλλακτικά", συνοδεία σουβλακίων, λουκάνικων και τσίπουρου. Η τάση αυτή είναι πια εξαιρετικά επιτυχημένη και οπωσδήποτε άκρως ψυχαγωγική, πέραν των λοιπών ψυχοκοινωνικών της ωφελειών. Και εξασφαλίζει και ένα καλό μεροκάματο για τα "κλαρίνα", των οποίων διαφορετικά η καριέρα θα περιοριζόταν στα καλοκαιρινά πανηγύρια και στις μερικώς αστικοποιημένες γαμήλιες δεξιώσεις.
Κάτω από αυτό το πολιτισμικό πλαίσιο, σε ένα καπνισμένο απ' τα τσιγάρα και πνιγμένο απ' την οσμή του τσίπουρου καταγώγιο, ανήμερα τα χριστούγεννα στην αιθαλομίχλη των Ιωαννίνων, άκουσα για πρώτη φορά τον "Μουκλιόμος".
Ο (ή μήπως οι) Μουκλιόμος είναι προφανώς γιαννιώτικα "κλαρίνα". Πρόκειται για την ορχήστρα του Γιάννη Χαλδούπη (φώτο), ο οποίος πλαισιώνεται από τα τρία αδέρφια Ζέγκιου στα βασικά όργανα (δεύτερο κλαρίνο δηλαδή, φλογέρα και ακορντεόν) και στη κιθάρα από τον Χαλιλόπουλο, έναν ακόμα αξεπέραστο οργανοπαίχτη της θρυλικής οικογένειας των Χαλιλοπουλαίων. Είναι υπέροχο να μαθαίνει κανείς πως "μουκλιόμος" σημαίνει "λεύτερος" στην γλώσσα των Ρομά και όπως έμαθα αργότερα αυτό ήταν το όνομα της μπάντας του Χαλδούπη όταν ήταν μετανάστης στην Ολλανδία όπου βιοποριζόταν μεταξύ άλλων επισκευάζοντας κλαρίνα. Ο ήχος τους είναι παραδοσιακός πωγωνίσιος με πολλά στοιχεία βαλκανικών χάλκινων και στα μεγάλα κέφια ξεφεύγουν με ακραίους, μακρόσυρτους τζαζ-like αυτοσχεδιασμούς. Οι χίψτερ θα αποκαλούσαν τον ήχο balkan ή gupsy folk τζαζ. Και χωρίς αμφιβολία, αν δεν κινδύνευε να χάσει εντελώς το νόημά του όπως κάθε έργο τέχνης που βιώνεται εκτός του πολιτισμικού του πλαισίου, ένα αξιοπρεπές management θα μπορούσε αυτή την ορχήστρα να την εκτόξευε.
Το πολιτισμικό υπόβαθρο του Ρομά φαίνεται ότι αποτελεί βασικό στοιχείο του (των) Μουκλιόμου και αυτό είναι συνεπές στον ήχο αλλά και στα τραγούδια που λέει (λένε). Δεν είναι τυχαίο ότι όταν έκλεισα επιτέλους το στόμα μου που έχασκε στο πρώτο μισάωρο της επαφής με εκείνους και ρώτησα τελικά τους ανθρώπους γύρω μου, όρθιος και στριμωγμένος, για το ποιο είναι το συγκρότημα που έπαιζε, οι περισσότερες απαντήσεις που πήρα ήταν απλά "κάποιοι γύφτοι από τον Παρακάλαμο". Αυτού του είδους ο φυλετικός καθορισμός αν και ασαφής, καθώς οι Ρομά είναι διαφορετικοί από τους "γύφτους", αν και καίριος αναφορικά στη κοινωνική κατάταξη, αποδείχτηκε προς τιμήν τους και διεκδικιταίος και εντελώς μα εντελώς ζηλευτός.
Σε αυτή την εμπειρία, στο καταγώγι, οι μουσικοί έπαιζαν στο όρθιο, αυτοσχεδιάζοντας, δίχως μικρόφωνα, δίχως ηχολήπτες ή ενισχυτές. Ήταν μόνο αυτοί, με τις φωνές τους, τις δεξιότητες και τις αδυναμίες τους, γυμνοί από φτιασιδώματα, αφημένοι στο πάθος της στιγμής και στην επικείμενη βραχνάδα. Η παρουσία τους είχε εκείνη την αμεσότητα που κάνει την αυτοσυγκράτηση περιττή και τη βραδιά αιτία αναμόχλευσης για το τι επιτέλους είναι σημαντικό σε αυτή την έρμη, τη μία και μοναδική μας ζωή. Και το κλαρίνο, αυτός ο παράξενος χάλκινος γητευτής, κοίμιζε με το γογγυσμό του την αναστολή, ώστε αν και κυκλωμένοι απ' την ορχήστρα, ελεύθεροι (μουκλιόμοι) να αφεθούμε στα παραγγέλματα του ασυνείδητου.
Αν και ένα κομμάτι της εμφάνισής τους βιντεοσκοπήθηκε, δυστυχώς δεν έχει ανεβεί ακόμα στο δίκτυο. Εν αναμονή αυτού, βάζω εδώ ένα δείγμα του (των) Μουκλιόμος που βρήκα ψάχνοντας στο youtube, από προηγούμενο γλέντι στα Γιάννενα, λίγο καιρό πριν, πάλι σε πλαίσιο τσιπουροκατάνυξης, σε ένα κρεσέντο ρομά μουσικής.
Σε όσους βρήκαν ενδιαφέροντα τα παραπάνω προειδοποιώ ότι υπάρχει και αυτό εδώ το βίντεο. Εδώ, παρά τις εμφανείς ατέλειες της λήψης, ο μουσικός, σωστός "μουκλιόμος", παίζει το κλαρίνο του μέσα στο ποτάμι, παρασύροντας τους ακροατές τους σε μια έκσταση διονυσιακή .
Το facebook του (των) Μουκλιόμος, εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
έχεις κάτι να προσθέσεις;