Ο μεγάλος κρατά το πλακάτ που συνθηματολογεί "έξω οι νεοναζί". Αναρωτιέμαι πόσα θα ξέρει για τους ναζί, πόσα θα πρόλαβε να μάθει στο σχολείο ή για πόσα θα είχε χρόνο να του μιλήσει ο πατέρας του. Ο μικρός πάλι, κρατά ένα μπαλόνι στο χέρι, πόσο πιο συμβατό με την ηλικία του και με αυτό που είναι σε θέσει να εγγράψει στη άγουρη συνειδητότητά του!
Η προσπάθεια να κατανοήσουν, φαντάζομαι, θα είναι τιτάνια. Ένας θάνατος: πρόωρος, ξαφνικός, βίαιος. Το μίσος: ρατσιστικό, εκδικητικό, στοχευμένο. Η διάκριση ενάντιά τους. Η διαφορετικότητά τους που βίαια γίνεται ένοχη. Το χρώμα τους. Η θρησκεία τους. Τα ελληνικά τους και το θράσος να είναι η δεύτερή τους γλώσσα. Η διαφορετική τους προφορά. Η ίδια τους η ταυτότητα. Το ποιοι είναι. Η ίδια τους η ύπαρξη. Είναι τόσα πολλά για μια τέτοια μικρή ηλικία που αναρωτιέμαι αν θα μπορέσουν να είναι σε θέση να επιτρέψουν ξανά στους εαυτούς τους τα όνειρα.
Και ο πατέρας τους, αυτός που ενδεχομένως να βλέπουν ελάχιστα μέσα στη μέρα, και που όταν επιτέλους βρίσκονται μαζί να χρειάζεται να υποκύπτουν στην ασυνείδητη υποχρέωση να γίνονται εκείνοι οι προστάτες του στο καθεστώς του τρόμου και της βίας, αυτός ο πατέρας τούς φόρεσε αυτή τη μέρα, του πένθους μα και της αλληλεγγύης, τα καλά τους, ο μεγάλος με το κοστουμάκι του και τη γραβάτα, το κοστούμι των τριών κομματιών, με το γιλέκο από μέσα, ο μικρός.
Σαν να πηγαίνουν σε γιορτή.
Λαμποκοπώντας αξιοπρέπεια.
Και ο πατέρας τους, αυτός που ενδεχομένως να βλέπουν ελάχιστα μέσα στη μέρα, και που όταν επιτέλους βρίσκονται μαζί να χρειάζεται να υποκύπτουν στην ασυνείδητη υποχρέωση να γίνονται εκείνοι οι προστάτες του στο καθεστώς του τρόμου και της βίας, αυτός ο πατέρας τούς φόρεσε αυτή τη μέρα, του πένθους μα και της αλληλεγγύης, τα καλά τους, ο μεγάλος με το κοστουμάκι του και τη γραβάτα, το κοστούμι των τριών κομματιών, με το γιλέκο από μέσα, ο μικρός.
Σαν να πηγαίνουν σε γιορτή.
Λαμποκοπώντας αξιοπρέπεια.