30.7.10

Να μας πάρεις μακριά, να μας πας στα πέρα μέρη

βιώνοντας τις τελευταίες στιγμές του ελληνικού καλοκαιριού μου, αφήνομαι στην επιπόλαια επιθυμία να καταγράψω μερικούς από τους πιο αγαπημένους μου ήχους, εν είδη κασσέτας που θα παίζει και θα παίζει ξανά το θερινό σάουντρακ στο δύσκολο χειμώνα που έρχεται.


  1. Το λάλημα ενός παραπλανημένου από τη ζέστη κόκκορα σε μια παράταιρη απογευματινή ώρα
  2. ο επαναλαμβανόμενος αντίλαλος από ένα μακρινό πανηγύρι που φέρεται και άγεται από τις διαθέσεις του ανέμου
  3. το απροσχεδίαστο τσούγκρισμα λόγω βιασύνης των ανυπόμονων πηρουνιών όταν ο σερβιτόρος αφήνει στο τραπέζι το πιάτο με το τζατζίκι
  4. το σιωπηλό κουτσομπολιό ανάμεσα σε δυο κατσίκες που βοσκάνε ελεύθερα στις πλαγιές της Σαμοθράκης
  5. η έκρηξη των κουνουπιών στην ατυχή επαφή τους με τη φθορίζουσα ηλεκτρική κουνουποσκοτώστρα
  6. το πράσινο χρώμα των πεύκων (που απ' ό,τι λένε ακούγεται τέλεια μετά από τη τοποθέτηση στη σάλτσα της μακαρονάδας εκείνων των μανιταριών που παρασιτούν στις ρίζες τους)
  7. ο βόμβος της ηλεκτρογεννήτριας στη μοναδική καντίνα της παραλίας
  8. το ασυναίσθητο χλατς κατά τη πρόσκρουση της παλάμης στην ιδρωμένη πλάτη στο κυνήγι μιας ενοχλητικής μύγας
  9. το ροχαλητό της τελειωτικής αναρρόφησης του φραπέ και το κροτάλισμα των παγακιών στην αρχική ανάδυσή του
  10. ο μακρόσυρτος οργασμός, ο αφημένος στη σαγήνη της μεσημεριανής ραστώνης που τον ακολουθεί
  11. τα επιφωνήματα αγανάκτησης των γειτόνων και οι αυστηρές νουθεσίες τους καθώς αντιλαμβάνονται το 10. Ειδικά η χαριτωμένη προτροπή: "Σκάστε ζώα!"
  12. η αγριεμένη προσταγή: "εμένα κοίτα" σε κάθε απόπειρα οδηγικής αυτονόμησης κατά τη διαδικασία του πάρκινγκ στα βάθη ενός φέρρυ μπόουτ
  13. ο σαν εκατοντάδες χάντρες απόηχος του ποδιού όταν διεισδύει αποφασισμένα στην υγρασία μιας παραλίας γεμάτη βότσαλα
Αφήνω σκόπιμα τη δεύτερη πλευρά της κασσέτας κενή, για να μπορεί ο καθένας/καθεμιά που θα διαβάσει τη λίστα να προσθέσει και άλλους καλοκαιρινούς ήχους που πιστεύει πως αξίζουν μια θέση σε μια μακρά, ατέλειωτη απαρίθμηση...

ο βιβλιοθηκάριος πρόσθεσε στα παραπάνω:
   14. Ο γκιώνης και η μοναχική κραυγή του κάτι νύχτες με πανσέληνο
   15. Ο υπόκωφος ήχος του καρπουζιού καθώς το μαχαιρώνεις
   16. Οι απαντήσεις των παιδιών στην επιταγή "φεύγουμε" (από την παραλία): "λίγο ακόμα"
   17. Τα τριζόνια

9.7.10

I read some Marx (and I liked it)

Το παρακάτω βίντεο μου προκάλεσε ρίγη συγκίνησης γιατί κατάλαβα επιτέλους τι εννοούσε ο Νέγκρι όταν μιλώντας για τη νέα-χρηστική αξία, ως εκείνες τις αμοιβαίες, κοινές συνθήκες που τις επιδιώκουμε χειραφετημένες από την καπιταλιστική αλλοτρίωση, κατέληγε ασθματικά στο συμπέρασμα: "δεν είναι πλέον μια ενθύμηση της φύσης ή η αντανάκλαση μιας προϋποτιθέμενης αρχής, ούτε μια χρονική στιγμή ή ένα συμβάν που πέφτει στην αντίληψή μας, αλλά μια έκφραση, μια γλώσσα και μια πρακτική"...



Αν ο Γιωργάκης είναι ο πρόεδρος της σύγχρονης σοσιαλιστικής διεθνούς, τότε το παραπάνω δε μπορεί παρά να είναι η Διεθνής του 21ου αιώνα.
I hope Adam Smith won't mind...

7.7.10

why, why Ουρουγουάη;



Παρά την σφοδρή μου αγάπη για την Αργεντινή, αισθάνομαι την ύπαρξη ενός ανεξερεύνητου δεσμού και με τη μικρή αδελφή της, την Ουρουγουάη. Όταν 5 χρόνια πριν, αποφάσισα να τον διερευνήσω, απέκτησα αυτή την αλησμόνητη εμπειρία: 

Βγαίνοντας από τον κεντρικό σταθμό των λεωφορείων του Μοντεβιδέο, συνεπαρμένοι από την εξωτική διαδρομή από την Colonia και την εκπλήρωση του ονείρου της διάσχισης του Rio de la Plata, οι 2 compañeros μου και 'γω αποφασίζουμε να νοικιάσουμε το ταξί που η διαίσθηση ενός μήνα συνεχών επιτυχιών στην επιλογή αξέχαστων μέσων μεταφοράς στην Αργεντινή θα επιβεβαίωνε την αληθοφάνεια της περιηγητικής παραδοχής ότι η καλή τύχη είναι το αποτέλεσμα της ανταπόκρισης στην πρόκληση. Ο οδηγός του, ο Señor Martin, μας υποδέχεται με την έκφραση εκείνου που η καχυποψία του απέναντι στο ξένο υποκύπτει στην αβρότητα που της επιβάλλει το λατινοαμερικάνικο ταμπεραμέντο. Είχε λευκό μουστάκι, πρεσβυοπικά γυαλλιά και η κοιλιά του ακουμπούσε επικίνδυνα στη περιφέρεια του τιμονιού που κρατούσε. Τα ετοιμόρροπα πλαστικά της καμπίνας του αυτοκινήτου δονούνταν στους ρυθμούς μιας ξέφρενης cumbia και η μισή ντουζίνα από σι-ντί που κρέμονταν με κόκκινες κορδέλες στα δεξιά του παρ-μπριζ καθρέφτιζαν στη μεταλλική τους αδιαφάνεια τον ενθουσιασμό μας που όλα τα κλισέ του σινεμά για τον λατιναμερικάνο ταξιτζή υπήρχαν στ' αλήθεια. Εκείνος μας κοιτούσε κλεφτά και τα μάτια του πρόδιδαν την επερχόμενη ανατριχίλα.

Για τη χώρα του την Ουρουγουάη εκείνη η μέρα ήταν σημαντική: η εθνική ομάδα θα έδινε το δεύτερο αγώνα της απέναντι στην Αυστραλία για τη πρόκριση στο μουντιάλ της Γερμανίας. Όποιος θα κέρδιζε θα προκρινόταν. Η πόλη ήταν στολισμένη με σημαίες και ο γενικός ενθουσιασμός των ουρουγουανών του Μοντεβιδέο διακοπτόταν μόνο από το ρούφηγμα μιας ακόμα γουλιάς του αγαπημένου τους mate. Ρουφούσα και γω τις εικόνες αναρωτώμενος αν ο μυστικός μου δεσμός με τη πόλη τους θα αποκάλυπτε επιτέλους λίγο από το πάθος που φανταζόμουν.


Ο compañero Ορ. από το μπροστινό κάθισμα ύψωσε τότε τη φωνή του, ανταποκρινόμενος σε μια ακαθόριστη διαπίστωση για τη πόλη και τη μπάλα, επιχειρώντας η σκέψη του να διαπεράσει ικανοποιητικά το γυάλινο χώρισμα που τον χώριζε από εμένα. Μα πριν προλάβω να αποκριθώ, αντίκρισα τον Señor Martin να ρίχνει πάνω μας το βλέμμα της τελικής του επιβεβαίωσης. Και συνεχίζοντας την οδήγηση στη συνηθισμένη ιλιγγιώδη ταχύτητα με αυθάδεια αναφώνησε:

"μαλάκα, μαλάκα, μαλάκα"

Οι compañeros κοιταχτήκαμε γιατί γνωρίζαμε πως αυτό δε προβλεπόταν. Μα ο διαρροϊκός ενθουσιασμός του οδηγού ήταν ακράτητος ώστε ο ίδιος να συνέχιζε απροκάλυπτα να μας χαρακτηρίζει με την οικεία τρισύλλαβη ιδιότητα. Χαλάλι του όμως γιατί το ίδιο έγινε σύντομα και ο δικός μας. Η διαίσθηση της επιλογής του ταξί μάς επιβεβαίωνε τη κρυφή της ρώμη. 

Τον ρώτησα τότε ποιος ήταν και πώς γνωρίζει αυτή τη λέξη. Απάντησε πως την έμαθε στη Θεσσαλονίκη. Ο compañero Ορ. τον ρώτησε πότε πήγε στη Θεσσαλονίκη και γιατί. Απάντησε πως ήταν ποδοσφαιριστής και έπαιξε στον Άρη. Μας ρώτησε αν είμαστε Άρης. Του απαντήσαμε Παναθηναϊκός για να μας ενημερώσει τότε πως στην Ελλάδα τον είχε φέρει ο Παναθηναϊκός μα ποτέ δε στέριωσε σ' αυτόν και τον δάνεισαν στον Άρη. Ο compañero Θ. τον ρώτησε αν όλα εκείνα ήταν αλήθεια και αν ναι, σε ποια εποχή αναφερόταν. Απάντησε πως και βέβαια ήταν αλήθεια και πως μιλούσε για τις αρχές του 70. Του ζητήσαμε τότε να μας πει περισσότερα από τις αναμνήσεις του στην Ελλάδα και εκείνος μας ρώτησε με συγκίνηση αν γνωρίζαμε τον Γιάννη Μαντζουράκη. Του απαντήσαμε έκπληκτοι πως ναι και εκείνος δακρυσμένος μας αφηγήθηκε πόσο φίλος ήταν μαζί του. Στο τέλος μας παρακάλεσε, μόλις γυρίζαμε στην Ελλάδα να προσπαθήσουμε να τον βρούμε για να του δώσουμε τους θερμούς του χαιρετισμούς και το τηλέφωνό του, που τρεμάμενα είχε γράψει στο τέλος της κούρσας σε ένα κομμάτι χαρτί. Πήραμε το χαρτί και του σφίξαμε το χέρι. Με κόπο καταφέραμε και του δώσαμε την αμοιβή του που στο όνομα της εμπειρίας του απ' την Ελλάδα επίμονα αρνιόταν. 

Την επιθυμία του παρόλα αυτά δεν την ικανοποιήσαμε ποτέ. Ίσως γιατί δε θέλαμε να παραδεχτούμε πως αυτή η ιστορία θα μπορούσε να ξεφύγει από τη σφαίρα του μύθου της. Δε ξέρω ποιος μας έδωσε αυτό το δικαίωμα.

Και η Ουρουγουάη, επίσης, δε κατάφερε να νικήσει ποτέ την Αυστραλία. 

ΥΓ. Αν ο Γ. Μαντζουράκης διαβάσει ποτέ το παραπάνω, να ξέρει πως είναι απολύτως αλήθεια. Το πλήρες όνομα και το τηλέφωνο του Señor Martin βρίσκεται ακόμα από τότε στο ταξιδιωτικό μου σημειωματάριο.


1.7.10

Do not wait to strike till the iron is hot; but make it hot by striking


με αφορμή την αναμενόμενη αλλά παθιασμένη αντίδραση των κυρίαρχων καθεστωτικών μέσων ενημέρωσης και των ελεεινών ηλεκτρονικών τους παραφυάδων ενάντια στις μικρές, καθημερινές, συντεχνιακές απεργίες -για τις πανεργατικές, γενικές απεργίες το δημοσιογραφικό σινάφι εξυπηρετεί τα αφεντικά του με το να τις θάβει στο όνομα των δικών του εργασιακών συμφερόντων- παραθέτω μεταφρασμένο ένα απόσπασμα από ένα σχεδόν βλακώδες βιβλίο που με απασχόλησε το τελευταίο διάστημα, την ανάγνωση του οποίου όμως υπέμεινα μέχρι τέλους:
Μια σημαντική κυβέρνηση της Δύσης αναζητώντας τα πραγματικά αίτια των συνεχιζόμενων απεργιών στην βιομηχανία της ανθρακωρυχίας απευθύνθηκε σε ένα ερευνητικό ινστιτούτο του οποίου το έργο βασίζεται στη ψυχαναλυτική σκέψη και εκπαίδευση. Οι ερευνητές του ινστιτούτου, ανταποκρινόμενοι στο αίτημα, συμπέραναν ότι οι ανθρακωρύχοι είχαν αναπτύξει συμπλέγματα διότι "έσκαβαν" στο εσωτερικό της μάνας γης και μια τέτοια δραστηριότητα ήταν επόμενο να οδηγήσει σε αγχώδη κατάθλιψη καθώς και στην ανακίνηση του Οιδιπόδειου, κάτι που δε θα μπορούσε παρά να προκαλέσει ανορθολογιστικές συμπεριφορές, όπως δηλαδή απεργία (The philosophical defense of psychiatry, Lawrie Reznek, p.23, μετάφραση δική μου).
Πολιτικά σκόπιμη ή όχι, η παραπάνω κυβερνητική απόπειρα ακροβάτησε στα όρια του γελοίου κάνοντας χρήση ενός κατά τ' άλλα αποτελεσματικότατου εργαλείου: της οριοθέτησης μιας κοινωνικής αναγκαιότητας με όρους παθολογίας που ένας ιδιότυπος νομικός θετικισμός τους κάνει αδιαπραγμάτευτους. Ακριβώς επειδή και η ελληνική κοινωνική ισορροπία ακροβατεί βυθισμένη στη σύγκρουση που προκαλούν τα αμφίθυμα μηνύματα του ενστίκτου της επιβίωσης και της δημοσιογραφικής/κυβερνητικής προπαγάνδας, η χρήση ψυχολογικών εργαλείων αναμένεται ως ισχυρό όπλο στη φαρέτρα της άρχουσας τάξης μέχρι την οριστική κατάρρευση της αντίστασης του πληθυσμού. Προφανώς, συνεπικουρούμενη από την ανίκητη πρόσκρουση του αστυνομικού γκλομπ σε κάποιο ανθρώπινο κεφάλι. Ελπίζω μόνο στην επίσης ανίκητη ελληνική ξεροκεφαλιά και στην αθεράπευτη ιδιότητα της μικροαστικής βλακείας των γελοίων δημοσιογράφων.

Είθε το πνεύμα του Erich Fromm να τους στοιχειώνει για πάντα!

ο τίτλος είναι ένα ευτυχές λογοπαίγνιο με τη λέξη strike (=χτύπημα αλλά και απεργία) από τον Ιρλανδό ποιητή William Butler Yeats

οι πελάτες μας ψώνισαν και αυτό

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

διάβασε και αυτό

AddThis