
Το να είσαι Αλβανός μετανάστης σήμερα στην Ελλάδα είναι ένα γιγάντιο βάσανο. Αν είσαι παιδί και προσπαθείς σκληρά από νωρίς για να δημιουργήσεις τις προϋποθέσεις για μια καλύτερη ζωή (ανεξάρτητα από τη ματαίωση που θα νιώσεις αργότερα), οι υψηλές σου επιδόσεις θα υπονομευθούν από το σύνδρομο κατωτερότητας των αυτόχθονων ιθαγενών. Αν είσαι νέος, μεγαλωμένος σε αυτή τη χώρα (όπως ο θύτης του εγκλήματος στον Γερμανό, προχθές) και έχεις ήδη εισπράξει τη ματαίωση (όπως όλοι της

γενιάς σου) τότε είσαι αυτό που προστάζει για σένα το ελληνικό στερεότυπο, ένας εν δυνάμει επικίνδυνος εγκληματίας. Αν είσαι ποδοσφαιριστής ή σηκώνεις βάρη (και αποδεχτείς βέβαια τη πρόσκληση στην εθνική), θα χειροκροτηθείς και θα νιώσεις την αποθέωση του ελληνικού ονείρου, μα όταν μαθευτεί πως ντοπάρεσαι για να συντηρήσεις την αποθέωση, γίνεσαι ξανά ο δαίμονας Αλβανός που ήρθες να μαγαρίσεις τη χώρα. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, όταν επιτέλους επιστρέφεις στη πατρίδα σου, κουβαλάς μαζί σου εκεί ό,τι χειρότερο σου πρόσεφερε αυτή η κοινωνία, από τον άκρατο ρατσισμό και την ξενοφοβία, ως τη λευκή πλαστική καρεκλίτσα για το μπαλκόνι της νεοελληνικής πολυκατοικίας που φτιάχνεις. Η καταπίεση που ζεις είναι κοινωνική, εργασιακή, σεξουαλική μα πάνω απ' όλα υπαρξιακή.

Η επιμονή των μέσων να υπερπροβάλουν την εθνικότητα του δράστη της δολοφονίας της άτυχης εργαζόμενης στο Γερμανό είναι μια συνιστώσα της παθογένειας της κοινωνίας απέναντι σε αυτούς που φιλοξενεί οι οποίοι στηρίζουν την οικονομία και τη συνταξιοδότησή της. Το γεγονός ότι ο νεαρός δράστης μεγάλωσε σε αυτή τη χώρα, πήρε την ίδια παιδεία, είδε την ίδια τηλεόραση και ήπιε τον ίδιο φραπέ με τα παιδιά όσων στιγματίζουν την εθνική του προέλευση δεν θα απασχολήσει ποτέ κανέναν.

Το ότι "δε θα γίνεις έλληνας ποτέ" , αγαπητέ γείτονα, ας μη σε στενοχωρεί, ίσως και να είναι το μοναδικο ευχάριστο νέο που θα ακούσεις στη μακρά, καταπιεσμένη, μίζερη διαβίωσή σου σε αυτή τη παράλογη χώρα.