30.3.12

άγονη γραμμή

Ο πλαστός διχασμός που μεθοδικά επί χρόνια χτιζόταν, από τους ξεπουλημένους δημοσιογράφους-υπαλλήλους των ολιγαρχών, από προβεβλημένους ελληνέμπορους, από σκοταδιστές ρασοφόρους, από παρακρατικές ολιγομελείς ομάδες και από αμόρφωτους που βρέθηκαν με λίγη εξουσία στα χέρια, βρίσκεται πλέον στο αποκορύφωμά του: 

Έχει εξαναγκάσει ένα κομμάτι της κοινωνίας στο μίσος και το υπόλοιπο στον τρόμο. 

Έχει σχηματίσει μια γραμμή που χωρίζει αυθαίρετα τους ανθρώπους σε λαθρομετανάστες και στους υπόλοιπους. Στους εξαπατημένους μιας μικροαστικής και εργατικής τάξης που φτωχαίνει και στους μετανάστες που ήταν ανέκαθεν φτωχοί και δεν είχαν παρά μόνο να ελπίζουν στο καλύτερο. 

Και χωρίς αμφιβολία μια τέτοια διαχωριστική γραμμή είναι όντως υπαρκτή. Απαιτείται όμως επαναχωροθέτησή της. 

Η γραμμή αυτή στη πραγματικότητα χωρίζει τους ολίγους της άρχουσας τάξης από του πολλούς της επερχόμενης εξαθλίωσης. Αυτούς που στην Αμερική αποκαλούν το 1% από εκείνους που είναι το 99%. Η ολιγαρχία που καταπιέζει τους πολλούς αναγνωρίζει με σαφήνεια πιο μεγάλη από ποτέ τη γραμμή που τους χωρίζει απ' τους πολλούς αλλά απολαμβάνει να συντηρεί και την επίπλαστη, τη ψεύτικη, τη τεχνητή γραμμή που υπάρχει για διαχωρίζει αυτούς που πια δεν έχουν τίποτα. 
Τώρα που οι ολιγάρχες της τρόικας καθορίζουν τη δομή της νέας κοινωνίας στην Ελλάδα, εμείς, πιο καθοριστικά από ποτέ καθορίζουμε τη νέα της υπόσταση. Εμείς εξακολουθούμε οι ίδιοι άνθρωποι: οι φορείς της μικροδιαφθοράς με τον πολιτευτάκο μας, οι θύτες των αλλεπάλληλων εκλογικών διαδικασιών, οι τηλεθεατές των δελτίων και της μπάλας, που θαυμάζουν τη πούτσα του τσόλια και που φιλάνε το χέρι του μητροπολίτη. Απλά τώρα χάνουμε και τα πάντα. Σαν τους μετανάστες των οποίων της υπόσταση την αρνούμαστε αποκαλώντας τους λαθραίους. Εξακολουθούμε η μάζα που δεν έγινε ποτέ τάξη και που κινείται τώρα γοργά στις ρυπαρές αγκάλες των μικρών δικτατορίσκων-επιζώντων του πασόκ και των ακροδεξιών, σκοταδιστικών παρατάξεων που παραμονεύουν, από την οπισθοδρομική νδ ως τη συμμορία των δολοφόνων της χρυσής αυγής.

Οι ολιγάρχες που διοικούν την Ελλάδα, και που έχουν για υποτελείς τους και για εργάτες όλους τους παραπάνω, γελούν ικανοποιημένοι με τον αποφασισμένο στρατό που ανέξοδα αποκτούν. Χρησιμοποιούν τις πολιτικές μαριονέτες τους -παπανδρέου, βενιζέλοι, σαμαράδες, καρατζαφέρηδες- κατά το δοκούν, άλλους για να εκτελούν τους σχεδιασμούς και άλλους για να θραφούν οι κανίβαλοι. 
Και έτσι μαχόμαστε τώρα ενάντια στην όμορφα σχεδιασμένη δικτατορία του κεφαλαίου με στόχο ακόμα περισσότερο σκότος, ακόμα μεγαλύτερο μίσος, πιο βαθιά, πιο σκληρή ανελευθερία για όλους. Για να παρελάσουμε μετά, ήρωες στην εκπλήρωση του χυδαιότερου αυτονόητου δικαιώματος.


28.3.12

χάβρα αντί χάβρης ΙΙ


 Στο τηλεοπτικό πογκρόμ εθνικισμού, μίσους και αναξιοπρέπειας, που σιγανά μα αποφασιστικά εκκολάπτεται επιτυχώς και στους ελληνικούς δρόμους, συμπάσχω για την νεκρική σιγή της Αριστεράς.

Είναι πρώτη φορά που δε μιλάει όταν δεν έχει τίποτα να πει. 

Όση  αλληλεγγύη επιχειρήθηκε κατά καιρούς, συκοφαντήθηκε με το χυδαιότερο τρόπο. Αυτοί που την επιχείρησαν στη πράξη και όσοι τους συμπαραστάθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο ή από οποιαδήποτε θέση, βρέθηκαν στη δυσάρεστη θέση να αναλώνονται στην επεξήγηση της ανθρωπιστικής διάστασης του ζητήματος που από αυτονόητη είχε μετατραπεί από ένα σημείο και μετά σε αναγκαία. Και δε κατάφεραν έτσι το σπουδαιότερο, το πλέον πρωταρχικό: να ζυμώσουν τη μάζα και να τη κάνουν τάξη. Να πείσουν πως οι μικροαστοί και οι μετανάστες ανήκουν στη πραγματικότητα στο ίδιο στρατόπεδο που μάχεται για την απελευθέρωση από τη σκλαβιά ενός τρόπου ζωής που τους θέλει αντικείμενα εκμετάλλευσης και υπό διαχωριστικές γραμμές. Στον αγώνα αυτό οι αλληλέγγυοι των μεταναστών και όσοι πιστεύουν στο ιδανικό ενός τέτοιου αγώνα ηττήθηκαν. Όχι μόνο γιατί οι εχθροί ήταν πιο δυνατοί, είχαν την εξουσία, το τρόπο και τα μέσα, αλλά γιατί δε καταφέρανε το υποκείμενο του αγώνα τους να μη στραφεί το ίδιο εναντίον τους.

Πόσο αργά είναι τώρα για όλους; Και περισσότερο για ποιους;

Η συνέχεια έχει ήδη γραφτεί. Βρίσκεται εύκολα στα βιβλία της ιστορίας. 

21.3.12

Σὰν ἕνα δελτάριο σὲ φίλους ποὺ λείπουν



Μπρος στην υποταγή μου στη αμφιθυμία ξεχνώ ορισμένες φορές πως μόχθησα να κουβαλήσω στις γεμάτες βαλιτσες, παρά τις αντιρρήσεις, το μόνο αντίδοτο για να μου λείψει λιγότερο ό,τι αφήνω πίσω. Τους ποιητές. Μόνο από μακριά συνειδητοποίησα πως αν όντως η μόνη πατρίδα είναι η γλώσσα τότε η ποίησή της γίνεται το παυσιλύπο για όταν η πατρίδα ταυτίζεται με τη χυδαιότητα.

Με μαγεύει όμως και η άλλη ιδιότητα της ποίησης: να με προσκαλεί στην εγγενή της εσωστρέφεια για να μου δείχνει μέσα από αυτή με ποιο τρόπο η ομορφιά μπορεί να επιβιώσει της μιζέριας τούτης της ζωής. Ίσως να είναι ο μόνος τρόπος που έχουμε να παρηγορηθούμε καθώς ηττούμαστε από την έκθεση στη βία, το σκοτάδι, την εξαθλίωση, την ανελευθερία και διαβιούμε εξαναγκασμένοι στη μοναξιά, την εσωτερική, τη διαπροσωπική, την υπαρξιακή, μέχρι το τέλος της ζωής ή έστω μέχρι την εκκίνηση ενός νέου ποιήματος.

Και αυτός ο Αναγνωστάκης...

Είναι ακόμα εκεί να μας θυμίζει πως μια χώρα πεθαίνει μόνο όταν στ’ αλήθεια κηδεύει τους ποιητές της.

...Κι όχι αυταπάτες προπαντός



18.3.12

χάβρα αντί χάβρης

  
Κατ' αρχάς χρειάζεται να διαβάσεις το περιεχόμενο της φώτο. Είναι μια αλληλουχία σχολιασμών σε μια ανάρτηση του newsit από το Σάββατο 18.3.12 με αφορμή φασιστικές και αντιφασιστικές πορείες/συναυλίες. Αξίζει το κόπο αφ' ενός και αφ' ετέρου πάνω της βασίζονται όλα τα παρακάτω.

Η σφοδρή επίθεση στους Ελληναράδες από τη κ. Papagou, απόφοιτης της σχολής Ξαπλόπουλου κατά δήλωσή της, διαχωρίζεται μόνο από ένα κόμμα από τη χριστιανικού τύπου προσμονή του παγκόσμιου θριάμβου της ισότητας, σε μια φράση με κυρίαρχη την συναισθηματική αντίφαση. Ακολουθεί μια καλοπροαίρετη προτροπή και στη συνέχεια ένας έλεγχος πραγματικότητας ο οποίος όμως δεν ανταποκρίνεται δυστυχώς σε αυτή τη πραγματικότητα, όπως θα της υποδείξουν επιτυχώς οι σχολιαστές της.

Ο κ. Pylos, top commenter στην ιστοσελίδα και ενδεχομένως Ελληναράς αν κρίνω από τη σφοδρότητα της απόκρισης, προσωποποιεί την απάντησή του εμπλουτίζοντάς την με το γνωστό επιχείρημα των αμόρφωτων. Στη συνέχεια αναδεικνύει τη καταπιεσμένη σεξουαλικότητα του μετανάστη, που προφανώς για τον κ. Pylos είναι τρομακτικών διαστάσεων, και τη συνδέει με την αξία της γυναικείας φύσης αλλά κάπως ασαφώς μιας και δε διευκρινίζεται αν αναφέρεται στη γυναίκα-σεξουαλικό αντικείμενο της φαντασίωσης του τσολιά ή απλώς το κρέας εντός εισαγωγικών που βιάζει ο μετανάστης.

Ο κ. Drosopoulos από την άλλη προσθέτει το ταξικό στοιχείο στη στιχομυθία. Η "Εκάλη" υπονοεί μια μεγαλοαστική (ή νεοπλουτίστικη) καταγωγή αλλά η "άνεργη πανηλίθια" επανακατατάσσει τη κ. Papagou στα ταπεινά κοινωνικά στρώματα. Οι "μαύροι εργάτες του πατέρα" ανασηκώνουν και πάλι τη κοινωνική τάξη προκαλώντας μου με αυτό το ανεβοκατέβασμα τη συνήθη ναυτία της συναναστροφής με τα ακροδεξιά υποκείμενα. Η ναυτία δύναται να συνοδευτεί από εμετό στη σκέψη ότι όντως η εργασιακή καταπίεση του μετανάστη εκτονώνεται στο άγριο σεξουαλικό ένστικτο που βεβαίως βεβαίως για τον κ. Drosopoulos είναι καλοδεχούμενο περιστασιακά από την αχόρταγη κακομαθημένη πλούσια με τη μορφή του "βολέματος".

Ο κ. Myronidis, πάντως, όπως θα περιμέναμε και από το avatar, επιμένει εθνικο-ορθοδοξο-πατριωτικά. Και τι δεν έχουμε εδώ: ένα περιεχόμενο που εντός μιας φράσης που διακόπτεται με αποσιώπηση συμπεριλαμβάνει γάμους, παναγίες, γραμμές αίματος, σκουπιδότοπους, αρώματα, αναγνώριση επώνυμης ανάληψης ευθύνης, πραγματοποίηση ονείρων, απειλές και υποσχέσεις και όλα αυτά σε μια δομή και συνέχεια σκέψης που θα έκανε τους φιλοσόφους αρχαιοέλληνες προγόνους του να έπαιρναν μαζί τους στον Άδη όλα τους τα πονήματα. Η δε χρήση των κεφαλαίων πια τείνει να δημιουργήσει ένα νέο στερεότυπο στο ελληνικό διαδίκτυο, όπου σε αντίθεση με την λιτή κεφαλαία γραφή των εξ' αίματος προγόνων τους, οι σύγχρονοι ελληναράδες τη χρησιμοποιούν ανορθόγραφα και καταχρηστικά για το νέο τους εθνικό μαξιμαλισμό γι΄αυτό και δύσκολα ξεχωρίζει από μια μπούρδα.

Παραβλέπω την απόφαση της κ. Papagou να σχολιάζει στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα. Την αναγνωρίζω ως δικαίωμα (σαν και το δικό μου να τη διαβάζω την ιστοσελίδα αυτή) και πραγματικά θαυμάζω το ρίσκο της να γίνει το θύμα μια ακραίας λεκτικής και συναισθηματικής βίας. Στέκομαι όμως στους τρεις σχολιαστές της. Το ακατέργαστο, απελευθερωμένο τους μίσος, η απανθρωπιά τους, η αναξιοπρέπεια, η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός τους, ο σεξισμός, η λεκτική και συναισθηματική κακοποίηση, η ωμή απειλή της φυσικής βίας, η αμορφωσιά τους, η ανοησία και η πατρίδα, που το περιεχόμενο της έχει γίνει συνώνυμο της χυδαιότητας αρχίζουν να θεμελιώνονται πλέον ως το κυρίαρχο δόγμα στη νέα κοινωνία που δημιουργείται. Η οικονομική εξαθλίωση, η κατάργηση της δημοκρατίας, η επέλαση της νεοναζιστικής ιδεολογίας στους τηλεοπτικούς δέκτες των φοβισμένων πολιτών, το ανέγγιχτο από οποιαδήποτε αλλαγή ελληνορθόδοξο σκότος, το ρημαγμένο σχολείο, η πείνα και η βία, όλα αυτά κατασκευάζουν τους κύριους Pylos, Drosopoulos και Myronidis της νέας Ελλάδας.

Όση μοναξιά και να φέρνει η ξενιτιά, όση ονειροπόληση και να προκαλεί η επιστροφή, όση χαρά η σκέψη των φίλων και η σκέψη της μάνας, κάθε ωραίο συναίσθημα που έχει απομείνει για αυτή τη χώρα της καταγωγής μου χάνεται στο μίσος και τη βία της.
Στο τίτλο αντιπαραβάλλω την Χάβρη απέναντι στη χάβρα της καινούργιας ελληνικής κοινωνίας που χτίζεται. Μπορείς να δεις αυτό εδώ για αρχή και μετά αν θες διαβάζεις και την ανάρτηση που θα ακολουθήσει.  

11.3.12

double check and the city

Σε συνέχεια από τη προηγούμενη ανάρτηση

Η επίσκεψη στο Liberty Park, προς αναζήτηση περισσοτέρων συντρόφων της Occupy Wall Street θα ήταν μια απογοήτευση αν η ατμόσφαιρα δεν ήταν τόσο έντονα σκιασμένη, ακόμα και εκείνη τη μαύρη και κρύα νύχτα, από την ανάμνηση των δίδυμων πύργων, το ασύγκριτο κενό των οποίων δέσποζε στο τετράγωνο εκείνο έναντι σε οτιδήποτε τολμούσε να διεκδικήσει ίχνη παρουσίας. Μα όμως δε κάνω τούτη την ανάρτηση για τα έντονα συναισθήματα που προκαλεί το "σημείο μηδέν". 

Παραδομένοι στη κολοσσιαία δύναμη του καπιταλισμού, που τα πιο φανταχτερά του δημιουργήματα ορθωνόταν μπροστά μας σε κάθε μας βλέμμα, δε μας έμενε παρά να παραδεχτούμε την ήττα. Η συντρόφισσα Α, κουρασμένη από την ολοήμερη περιήγηση στη πόλη (και κολακευμένη βεβαίως βεβαίως από τον σύντροφο της προηγούμενης ανάρτησης), στάθηκε λίγο να ξαποστάσει πλάι στον μπρούτζινο άνθρωπο με τον χαρτοφύλακα.


Το γλυπτό αυτό αναπαριστά τον στρεσαρισμένο μπίζνεσμαν που κάνει ένα τελευταίο έλεγχο στα περιεχόμενα του χαρτοφύλακά του πριν το επόμενο μίτινγκ. Ονομάζεται "double check" και για ένα πείσμα σχεδόν μεταφυσικού χαρακτήρα είχε παραμείνει ακέραιο τη στιγμή που απέναντί του γκρεμιζόταν το σύμπαν την 11η Σεπτεμβρίου. 



Η εκλεκτή συντροφιά Α, συναισθανόμενη ίσως τη θλίψη της εικόνας, παρασυρμένη απ' τη συγκίνηση της ανάμνησης της καταστροφής σήκωσε το απαλό της χέρι ακουμπώντας ήρεμα τον ώμο του αγχωμένου καπιταλιστή. Είμαι σίγουρος ότι την είδα να του ψιθυρίζει κάτι στο αυτί. Δε τη ρώτησα τι. Προτίμησα να αφήσω την εικόνα να μου το αποκαλύψει. Έγειρε τότε το κεφάλι της και το ακούμπησε με στοργή στο δικό του. Για μια στιγμή, για μόνο μία, ίσως να έγινε το....



Δε μας τα λέει καλά η συντρόφισσα....

9.3.12

occupy wall street ή αλλιώς επίσκεψη στο πουθενά

Δεδομένου του ότι η συμμετοχή μου στο Occupy London κινήθηκε ανάμεσα στο ανύπαρκτο και το προσβλητικά απών αποφάσισα το προηγούμενο μήνα να ρεφάρω με κάτι πιο υπερατλαντικό και να δοκιμάσω τη τύχη μου με το Occupy Wall Street στη Νέα Υόρκη.

Όταν έφτασα στον περιβόητο δρόμο εκείνο το κρύο απόγευμα, με την εκλεκτή συντροφιά μου Α, η συνεδρία του χρηματιστηρίου είχε τελειώσει. Η περιοχή άδειαζε σιγά-σιγά από κόσμο, κάποια λευκά κολάρα που εξέρχονταν του χρηματιστηρίου φαίνονταν παράδοξα ήρεμα, οι τουρίστες αναζητούσαν τη διέξοδο προς τη γέφυρα του Brooklyn, τα διπλανά starbucks αναποδογύριζαν τις καρέκλες τους σημαίνοντας το τέλος της ημέρας, ενώ στο χώρο περιμετρικά, ένοπλοι του πολυδιαφημισμένου από τηλεοπτικές σειρές NYPD περιπολούσαν διεγερμένοι. Το χρηματιστήριο έστεκε με το νεοκλασσικό του προσωπείο σε μια πάροδο της Wall Street φωτισμένο σε μια γελοία ροζ απόχρωση.


Σύντροφοι όμως πουθενά.

Γνώριζα για τη βαριά φυσική καταστολή που δέχθηκε ο αρχικός ενθουσιασμός και η μαζικότητα του κινήματος στη Νέα Υόρκη και σε άλλες αμερικάνικες πόλεις και το ότι οι καταληψίες είχαν εκδιωχθεί και κατασκηνώσει αλλού, σε διάφορες βάσεις στο Μανχάταν, οπότε η φαινομενικά ολοκληρωτική απουσία κινηματικού ίχνους μου φάνηκε λογική.

Αλλά όχι και έτσι.

Ευτυχώς η φύση και τα επιτακτικά της καλέσματα διαμόρφωσαν διαφορετικά τη σχέση μου με το νεοϋορκέζικο κίνημα. 


Την είσοδο στο πολυτελές κτίριο της παραπάνω φωτογραφίας κοσμούσε μια μεγάλη περιστρεφόμενη πύλη, η μεγαλοπρέπεια της οποία συντηρούσε ζωντανές τις ελπίδες για ανεύρεση αξιοπρεπούς μέρους για να ρυθμίσω την ομοιοστασία υγρών στο σώμα μου λίγο πιο ανθρώπινα από ότι στα Μακ Ντόναλντς. Χωρίς δισταγμό και με την αποφασιστικότητα αυτού που χρειάζεται οπωσδήποτε να κατουρήσει κατεπειγόντως, διαπερνώ τη πύλη.  Η εκλεκτή συντροφιά Α ακολουθεί. Με θράσος διακόπτω κάποιον που έμοιαζε με διανοούμενο και που έδειχνε να έχει μια ιδιαίτερα σοβαρή συζήτηση με έναν εξίσου διανοούμενο, ρωτώντας για το κοντινότερο WC. Με πληροφόρησε αδιάφορα. Μου αρκούσε. "Δε θα αργήσω" είπα στην εκλεκτή συντροφιά Α μη μπορώντας να φανταστώ μπρος στην αγωνία της έπειξης ότι την άφηνα μόνη στο στόμα του λύκου. Ή καλύτερα στο σώμα του αχόρταγου για γυναίκα αντικαπιταλιστή καταληψία.



Η κατάληψη 
Συνηθισμένος από το φορτισμένο πολιτικά χώρο μιας ελληνικής κατάληψης, με τις αφίσες, τις μικροφωνικές, το χαρτομάνι, τα αποτσίγαρα και τα άδεια μπουκάλια μπύρας, αυτή ήταν μια ξενική εικόνα για μένα. Σαν μια μικρή κατασκήνωση διάσπαρτη εντός ενός ευμεγέθους κενού στο εσωτερικό ενός κτιρίου, ψυχρή σαν εκείνη τη νύχτα, μικρή μπρος στα πελώρια μεγέθη που χαρακτηρίζουν τη πόλη. Την αποτελούσαν λίγοι και αυτοί βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε μικρές παρέες: Οι δυο  διανοούμενοι που πριν αποφασίσουν να μας φάνε τη γυναίκα έδειχναν να συζητούν ιδιαίτερα σοβαρά, κανά δυό ακόμα φορούσαν το χακί παλτό του γερμανικού στρατού και οι υπόλοιποι που έμοιαζαν με αποπροσανατολισμένους στο χρόνο χίππυς. Άλλοι κουβεντιάζανε, μερικοί μαγειρεύανε, κάποιοι έτρωγαν κάτι που έμοιαζε προϊόν ινδικής κουζίνας άγαρμπα τοποθετημένο σε χάρτινα πιάτα. Δυο τρεις στην άλλη άκρη γρατσούναγαν μια κιθάρα. Περιμετρικά, η όμορφη συμμετρία του εντυπωσιακού αίθριου διαστρεβλωνόταν από μερικούς κάδους ανακύκλωσης και μερικές σκηνές που φαινόταν ότι είχαν πρόσφατα ξεστηθεί.

Αν και πεπεισμένοι ότι η τύχη (και οι καταναγκασμοί της φύσης) μας οδήγησε στο σωστό μέρος, πλησιάσαμε τον πρώτο από τους ανθρώπους εκεί μέσα που μας φαινόταν οικείος για να το επιβεβαιώσουμε. Όχι τον διανοούμενο. Η οικειότητα ήταν σχεδόν προϋπόθεση της προσέγγισης μιας και προσωπικά δυσκολευόμουν να προσπεράσω τόσο τη μεγαλοπρέπεια του χώρου όσο και τον απόλυτο σεβασμό στα εσωτερικά αρχιτεκτονικά της χαρακτηριστικά. Σε αντίθεση με τη συντρόφισσα Α, που πολύ αποφασιστικά προσέγγισε τον πιο "Ευρωπαίο" από τους παρόντες ρωτώντας τον το πιο απλό. Εκείνος, ο μόνος από την ομήγυρη, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη περίεργη συντρόφισσα που εμφανίστηκε ξαφνικά, αλλά υποψιάζομαι ότι αυτό έγινε λόγω της ιδιαίτερης ομορφιάς που τη χαρακτηρίζει. Ας είναι.
Μας εξήγησε ο τύπος αυτός ότι η κατάληψη είχε μεταφερθεί σε ένα παρκάκι δυο δρόμους πιο κει, το  Liberty Παρκ, και ότι στο κτίριο αυτό, που ήταν το πρώτο που είχε καταληφθεί το περασμένο Σεπτέμβρη, παραμένει μια μικρή βάση ακτιβιστών που συνήθως κάνουν συζητήσεις ή μοιράζουν το φαγητό. Στη συνέχεια ρώτησε για τη καταγωγή μας, αλλά φαίνεται πως το γεγονός ότι ερχόμαστε από μια Ελλάδα βγαλμένη από τις φλόγες λίγο του κίνησε το ενδιαφέρον, πυροδοτώντας πιο πολύ την υποψία μου ότι η όμορφη Α. είχε για εκείνον μεγαλύτερη σημασία εκείνη τη στιγμή από μια πυρακτωμένη συζήτηση για το ελληνικό πρόβλημα και την επανάσταση. Ας είναι, και πάλι. 


Τον χαιρετίσαμε, δοκιμάσαμε λίγο από την ινδική ακτιβιστική wall street κουζίνα -που ήταν ομολογουμένως νοστιμότατη- και κατευθυνθήκαμε προς το πάρκο που μας είχε υποδείξει με την ελπίδα ότι οι σύντροφοι εκεί θα είχαν το νου τους περισσότερο στο θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα της ρήξης με τον καπιταλισμό και λιγότερο στις γυναίκες. Ο κόσμος στο Liberty park ήταν ακόμα λιγότερος, ενώ περιμετρικά βρίσκονταν άριστα παραταγμένοι οι κέρβεροι της νεοϋορκέζικης αστυνομίας λιγοστεύοντας τα περιθώρια για οποιαδήποτε χαρούμενη σκέψη.

Αλίμονο. Η αναζήτηση αντικαπιταλιστών ακτιβιστών απαιτούσε στη κυριολεξία να περπατήσουμε κατά μήκος μιας διαδρομής που διέσχιζε τον πιο βαθύ πυρήνα του ίδιου του καπιταλισμού, από το χρηματιστήριο της Wall Street στο Liberty park ακριβώς μπροστά από το οικόπεδο του World Trade Center. Η προοπτική βρισκόταν βαθιά βυθισμένη στο βαρύ συμβολισμό και η μάχη, εκείνη τη νύχτα, μπορούσε μόνο να θεωρηθεί μια καλοστημένη φάρσα. Και έτσι, απότομα και καθ' οδόν και καθόλου μυθιστορηματικά, στον κλοιό των κέρβερων, τέλειωσε, τόσο άδοξα για την εκλεκτή συντροφιά Α και 'μένα, η εμπειρία του Occupy Wαll Street.


(συνεχίζεται)

6.3.12

ξανάρθαν


ο απαραίτητος πρόλογος
Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη σήμερα το πρωί από το κινητό μου τηλέφωνο. Απεικονίζει μεταξύ άλλων τη διαφήμιση ενός συντηρητικού υπεραιωνόβιου βρετανικού περιοδικού. Βρίσκεται στο τρένο που με πάει και με φέρνει καθημερινά απ' τη δουλειά κάπου στο νότιο Λονδίνο. 

η ιστορία
Το ηχητικό εφέ της λήψης φωτογραφίας απέσπασε για λίγο τη προσοχή της διπλανής μου στο τρένο, μιας φρεσκοξυπνημένης αγγλιδούλας commuter, που σήκωσε τα μάτια της από την ανάγνωση της πρωινής της εφημερίδας και σαν από υποχρέωση προσπάθησε να κάνει τη σύνδεση. Στη συνέχεια με κοίταξε και χαμογέλασε. Τη κοίταξα και 'γω και όσο ένιωθα τα εμφανισιακά χαρακτηριστικά μου να την οδηγούν στο συμπέρασμα, αναρωτήθηκα αν κατάφερνα όντως να της μεταβιβάσω τη συναισθηματική σύγχυση που βρέθηκα πρωινιάτικα. 
"It seems they are back", της είπα με απελπιστική προφορά καθώς εγκατέλειπα αστραπιαία την ιδέα ότι θα μπορούσε να κατανοήσει το συνειρμό που οδηγεί στη γνωστή ελληνική ταινία.
"You have a beautiful country", απάντησε εκείνη, καλωσορίζοντας τη προφορά και δροσίζοντας τη μέρα. 
Δεν είπα τίποτα. Και η σιωπή που ακολούθησε δε βοήθησε καθόλου...

οι πελάτες μας ψώνισαν και αυτό

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

διάβασε και αυτό

AddThis