11.5.13

ένας χρόνος και έξι μέρες

Παραλλαγμένο πασχαλιάτικο τραπέζι σε μια πρόσφατη ετεροχρονισμένη ανάμνηση. Η εκλεκτή μου συντροφιά και εγώ στο ελληνικό εστιατόριο σε μια τουριστική γειτονιά του Λονδίνου. Μόνοι αλλά όχι μοναχικοί. Εκείνη επίμονα λεπτεπίλεπτη στη γεύση επιμένει στη νηστεία σε αντίθεση με μένα που συνέχιζα απρόσκοπτα την κρεατοφαγία, μιας γουρουνοπούλας αυτή τη φορά. Ο σερβιτόρος, Έλλην,  ελληνότατος θα έλεγα, ευθαρσώς καταδείκνυε πως τουλάχιστο εκεί μέσα η υιοθετημένη βρετανική αβρότητα στη παροχή υπηρεσιών ήταν μόνο αστεία υπόθεση όσο απ’ τα ηχεία «είχε παλιόκαιρο τη μέρα που σε γνώριζα».

Η εκλεκτή κάποια στιγμή τον ρωτά τη κοινοτοπία: πόσο καιρό είσαι εδώ; Κοινοτοπία μόνο στην επιφάνεια βέβαια. Γιατί στη πραγματικότητα αυτή η ερώτηση είναι ένα βήμα πιο πέρα από την απλή διαπίστωση ότι μιλούμε την ίδια γλώσσα και γελάμε με τα ίδια αστεία, είναι μια γέφυρα ανάμεσα σε δυο παραπλήσιες πορείες, ένα εισιτήριο ενσυναίσθησης στη ψυχολογία του μετανάστη, ενδεχομένως και κατανόησης αν όχι αμερόληπτης συμπαράστασης. Εκείνος, τη κοιτάζει όσο πιο βαθιά μπορούσε στα καστανά της μάτια λες και χρειαζόταν για λίγο να συνέλθει από την ομορφιά της και αμέσως μετά, ανταποκρινόμενος στην αδήριτη σκληρότητα της ερώτησης, ανήμπορος να την αποφύγει, προτάσει το καρπό και κοιτάζει το ρολόι του. Και μετά από λίγο επιτέλους ανταποκρίνεται: «ένα χρόνο και έξι μέρες». 

Ένας χρόνος και έξι μέρες.

Γελάσαμε με μια αξιοπρόσεχτη ασυγκρατησία. Και οι τρεις. Όχι γιατί ήταν αστείο έτσι όπως αυθόρμητα επικοινώνησε το πώς στην πραγματικότητα περνά για εκείνον ο χρόνος όντας μακριά από εκεί που ενδεχομένως επιθυμούσε να ήταν πασχαλιάτικα. Αλλά γιατί καθένας από μας, ήταν τόσο ξεκάθαρο, χρειαζόταν να διασκεδάσει το δυνατό λιγότερο επώδυνα αυτή τη ατελείωτη χρονομέτρηση της ξενιτιάς.

οι πελάτες μας ψώνισαν και αυτό

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

διάβασε και αυτό

AddThis