Τα παρακάτω αφορούν κάποιον που είναι ακόμα πρωθυπουργός αλλά που τόσο ο ίδιος όσο και το κόμμα του εδώ και καιρό απολαμβάνουν μια άνευ προηγουμένου ελεύθερη πτώση.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του αυτός ο πρωθυπουργός ρωτήθηκε άμεσα αν παίρνει "παυσίπονα και άλλα χάπια για να ανταπεξέλθει" και αυτό ήταν που ξεχείλισε το ποτήρι.
Σήμερα, μια ψυχική ασθένεια όπως η κατάθλιψη λίγες φορές μπορεί να γίνει τόσο "ακρωτηριαστική" για τη καθημερινή δραστηριότητα όσο το πολιτικό κουτσομπολιό και η σκοπιμότητα θα ήθελαν να τη παρουσιάσουν. Η ερώτηση του δημοσιογράφου υπαγόρεψε τη θέση της ψυχικής νόσου μέσα στη κοινωνία, που σε ένα σημαντικό ποσοστό εξακολουθεί να είναι το περιθώριο. Στο φόβο του πολιτικού κόστους, η μονολεκτική και απαθής απάντηση του πρωθυπουργού ("όχι") στην ερώτηση, ενέκρινε το ασύμβατο μεταξύ δημόσιας ζωής και κατάθλιψης. Η απόπειρα απόκρυψής της ήταν ένα βήμα πίσω στη προσπάθεια καταπολέμησης του στίγματος που κουβαλά, και σε ατομικό επίπεδο μια απάνθρωπη κλωτσιά σε αυτή την βαθιά εκτόνωση της παραδοχής της.
Για την ιστορία, ο Γουίνστον Τσώρτσιλ, ένας ακόμα βρετανός πρωθυπουργός, έπασχε από βαριά κατάθλιψη (την οποία αντιμετώπιζε με αλκοόλ και πούρο), ενώ το 1998 ο πρωθυπουργός της Νορβηγίας Κίιλ Μάγκνε Μπότεβνικ πήρε 4 εβδομάδες αναρρωτική για να αντιμετωπίσει το μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο που του έτυχε.